Πρόκειται για πάθηση της άρθρωσης του ώμου. Ο ώμος αποτελείται από τρία οστά, την κλείδα, την ωμοπλάτη και το βραχιόνιο οστό.
Ωμογλήνη είναι η αρθρική επιφάνεια της ωμοπλάτης, η επιφάνεια δηλαδή όπου “γλιστρά” η κεφαλή του βραχιονίου. Γύρω από αυτή βρίσκεται προσκολλημένος ο επιχείλιος χόνδρος (labrum), ο οποίος αυξάνει το εμβαδόν της ωμογλήνης και βαθαίνει ελαφρώς την υπόκοιλη επιφάνειά της, προσφέροντας αύξηση της σταθερότητας στην άρθρωση.
Στο άνω μέρος του επιχείλιου χόνδρου καταφύεται και η μακρά κεφαλή του δικεφάλου, η οποία είναι ο ένας από τους δύο άνω τένοντες του δικεφάλου μυός. Η ρήξη τύπου SLAP (πρόκειται για ακρωνύμιο που σημαίνει superior labrum anterior to posterior), δηλαδή ρήξη του άνω τμήματος του επιχείλιου χόνδρου αφορά αυτή ακριβώς την περιοχή.
Ο μηχανισμός πρόκλησης βλάβης περιλαμβάνει την πτώση πάνω σε απλωμένο χέρι, την άρση ή έλξη βαρέος αντικειμένου και την επανάληψη συγκεκριμένης κίνησης σε άτομα που συμμετέχουν σε αθλήματα ρίψης ή επαφής.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι βλάβης. Στην εικόνα βλέπουμε τους πρώτους τέσσερις (από τους επτά συνολικά).
Η ρήξη τύπου SLAP δύναται να είναι μεμονωμένη ή να συνυπάρχει με ρήξη του στροφικού πετάλου (λινκ), αστάθεια του ώμου(λινκ) ή σύνδρομο εσωτερικής πρόσκρουσης. Παρουσιάζεται με βύθιο συνήθως ασαφή πόνο στον ώμο, άλλοτε μπροστά και άλλοτε πίσω. Κατά την κίνηση της άρθρωσης ενδέχεται να υπάρχει κριγμός ή εμπλοκή.
Η διάγνωση γίνεται από το ιστορικό και τον κλινικό έλεγχο. Η απλή μαγνητική τομογραφία δεν έχει υψηλή ευαισθησία στην αναγνώριση της βλάβης. Η διενέργεια αυτής μετά από έγχυση στην άρθρωση σκιαγραφικής ουσίας αυξάνει την πιθανότητα ανεύρεσης της ρήξης. Βέβαια σε αρκετές περιπτώσεις η βλάβη αποκαλύπτεται τελικά κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης.
Η θεραπεία αρχίζει συντηρητικά με λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, τροποποίηση των δραστηριοτήτων, φυσικοθεραπεία και πρόγραμμα ενδυνάμωσης των μυών του στροφικού πετάλου και των σταθεροποιητών της ωμοπλάτης.
Επί αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής ή σε περιπτώσεις αθλητών έχει θέση η χειρουργική θεραπεία. Η τεχνική που εφαρμόζεται εξατομικεύεται ανάλογα με το είδος της ρήξης αλλά και τα χαρακτηριστικά και τις απαιτήσεις του κάθε ασθενούς. Άλλοτε εφαρμόζεται σταθεροποίηση με καθήλωση της μακράς κεφαλής του δικεφάλου και του αποκολλημένου επιχείλιου χόνδρου στη φυσιολογική τους θέση, άλλοτε τενόδεση της μακράς κεφαλής (λινκ για τενοντοπαθεια του δικεφαλου) και άλλοτε τενοτομή. Σε κάθε περίπτωση ακολουθείται η αρθροσκοπική μέθοδος, δηλαδή η διενέργεια μικρών δερματικών τομών, από τις οποίες εισάγονται η κάμερα και τα εργαλεία.
Η επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία συνήθως, αλλά υπάρχει και η δυνατότητα περιοχικής αναισθησίας. Ο ασθενής παραμένει στο νοσοκομείο για ένα βράδυ. Στη συνέχεια ακολουθεί πρόγραμμα αποκατάστασης.